κλαιούσας

κλαιούσας
κλαιούσᾱς , κλαίω
cry
pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic)
κλαιούσᾱς , κλαίω
cry
pres part act fem gen sg (doric)
κλαιούσᾱς , κλείω 1
shut
fut part act fem acc pl (attic epic doric)
κλαιούσᾱς , κλείω 1
shut
fut part act fem gen sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • γεωτροπισμός — Φαινόμενο χαρακτηριστικό για τα διάφορα όργανα των φυτών (ρίζα, βλαστό και φύλλα), η κατεύθυνση των οποίων κατά την αύξησή τους επηρεάζεται από το πεδίο της βαρύτητας. Από τη σύγκριση του γ. και του γεωτακτισμού προκύπτει ότι ο πρώτος δεν είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”